VOLTA





Περπάτησα στους δρόμους σήμερα έτσι χωρίς σκοπό ,όπως έκανα παλιά .Οι άνθρωποι γύρω μου είχαν μια  ξέπνοη άρνηση .Σαν να  είχε το κέντρο βάρους του κορμιού τους μετατοπισθεί ,σα να έπαιρναν  ανάσες μικρές  όπως κάνουν οι κρυμμένοι  και τα βλέμματα τους ήταν πλάγια .Όπως κοιτάν οι ντροπιασμένοι άντρες στα χωριά  ,όπως διπλώνουν τα βλέφαρα οι μανάδες σα λογίζονται  τα άσχημα μελλούμενα των παιδιών τους .
 Συνάντησα έναν φίλο από παλιά . Δεν άφησε τη φράση του όταν τον ρώτησα τι κάνει , την κράτησε γι αυτόν .Το χαμόγελο το πέταξε  .Τον κοίταζα που απομακρύνονταν και το περπάτημα του ήταν ίδιο μα οι πλάτες γυρτές  στο πλάι .
- Στη  πατρίδα πας καθόλου ρώτησε ο ένας τον άλλο.
 - Έχω χρόνια να πάω .Πήγα μια φορά πριν πεντέξι χρόνια κι έκανα τουρισμό στους τάφους . Με έδιωξαν μου είπαν να μην ξαναπάω .
- Γιατί ;
- Οι νεκροί θέλουν τους δικούς τους ευτυχισμένους δεν τους θέλουν να τριγυρνάν σε   τάφους …
Κι εκεί χωριστήκαμε  χωρίς ένα γεια .
Ήταν η μόνη στιγμή που είδα τα μάτια του  ήταν η μόνη στιγμή που με άφησε να δω τα μάτια του .